Γερμανός ζωγράφος, αρχιτέκτονας και χαράκτης.
Γεννήθηκε στη βορειοανατολική Γερμανία και ήταν γιος δικαστικού.
Μεγάλωσε στο Βερολίνο, όπου ο πατέρας του δίδασκε στο πανεπιστήμιο.
Το 1903 αρχίζει να σπουδάζει αρχιτεκτονική. Ως φοιτητής γνωρίζει τους Freud και Steiner και ενδιαφέρεται για την Ανθρωποσοφία – την εκδοχή του Steiner για τη Θεοσοφία.
Το 1913-14 μάλιστα βοήθησε στο σχεδιασμό του Goetheanum, του κέντρου της εσωτερικής αυτής φιλοσοφίας, στην Ελβετία.
Από μικρός υπέφερε από ψυχικά προβλήματα. Το 1909 είχε νοσηλευτεί για πρώτη φορά σε σχετικό νοσοκομείο.
Μετά την αρχιτεκτονική, σπουδάζει τέχνη για 6 μήνες στο San Remo και ταξιδεύει σε Γαλλία, Ιταλία και Γερμανία, όπου γνωρίζεται με άλλους μοντέρνους καλλιτέχνες.
Δέχεται μια θέση το 1911 στην πολωνική πόλη Chelmno και μεταξύ 1915-17 γίνεται «αρχιτέκτονας της πόλης».
Το 1914 ξεκινά τη σειρά έργων του με φανταστική αρχιτεκτονική.
Το 1917 παθαίνει ψυχωτικό επεισόδιο και νοσηλεύεται ως το 1919. Όταν βγαίνει γίνεται μέλος δύο ομάδων μοντέρνας τέχνης και εκθέτει μαζί τους.
Μετά το 1921 τα ψυχικά του προβλήματα πολλαπλασιάζονται. Τελικά διαγνώστηκε ότι πάσχει από την σήμερα αποκαλούμενη σχιζοφρένεια.
Μπαίνει συχνά σε άσυλα. Σε αυτό του Gottingen μάλιστα σώζονται ως σήμερα οι τοιχογραφίες που έκανε στο κελί του.
Το έργο του σχετίζεται με τον εξπρεσιονισμό, αν και είναι ιδιόρρυθμο. Ουσιαστικά ανήκει στην Art Brut, αν και, αντίθετα με τους άλλους της τέχνης αυτής, ο Gosch είχε επίσημες σπουδές.
Πολλά έργα του απεικονίζουν κτίσματα ή περιβάλλοντα φανταστικής αρχιτεκτονικής, ενώ σε άλλα υπάρχει ατμόσφαιρα παραμυθιού. έχει επίσης φιλοτεχνήσει θρησκευτικά έργα.
Χρησιμοποίησε σχεδόν αποκλειστικά ακουαρέλες.