Φλαμανδός ζωγράφος της Χρυσής Εποχής της Ολλανδικής Ζωγραφικής.
Γεννήθηκε στην Αμβέρσα και σε πολύ μικρή ηλικία η οικογένεια μετακόμισε στο Χάαρλεμ, όπου έζησε σε όλη του τη ζωή και όπου εκπαιδεύτηκε από άλλον φλαμανδό ζωγράφο.
Το 1610 γίνεται μέλος της συντεχνίας ζωγράφων της πόλης. Λίγο αργότερα αρχίζει να φιλοτεχνεί τα πρώτα του πορτρέτα, ενώ το 1616 κάνει ένα από τα γνωστότερα ομαδικά πορτρέτα του σε φυσικό μέγεθος.
Ενώ τα έργα του είχαν μεγάλη ζήτηση και παράλληλα δούλευε και ως συντηρητής έργων τέχνης, προς το τέλος είχε μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, που κατέληξαν στην κατάσχεση της περιουσίας του το 1652.
Το 1664 του χορηγήθηκε επίδομα ως άπορου, πράγμα σπάνιο τότε, που δείχνει την εκτίμηση προς το πρόσωπό του.
Είναι κυρίως γνωστός για τα πολυάριθμα υψηλής ποιότητας πορτρέτα του, ομαδικά ή ατομικά.
Ζωγράφισε πορτρέτα ανθρώπων όλων των τάξεων, από πλούσιους έως φτωχούς μεροκαματιάρηδες. Το ύφος σ’ αυτά είναι ρεαλιστικό και όχι εξιδανικευμένο (όπως συχνά συνέβαινε τότε) και πολλά αποδίδουν το μοντέλο σε μια φευγαλέα στιγμή στο χρόνο.
Με την πάροδο του χρόνου οι πινελιές του έγιναν πιο χαλαρές και εμφανείς, πράγμα αντίθετο με την αισθητική της εποχής.
Αυτή η έλλειψη «λειασμένης» επιφάνειας στον πίνακα τον κάνει πρόδρομο των μοντέρνων τάσεων που ήκμασαν αιώνες μετά.