Ισπανός ζωγράφος γεννημένος σε μικρή πόλη της Ανδαλουσίας σε φτωχή εργατική οικογένεια.
Δραστηριοποιήθηκε σε πολλούς τομείς.
Όταν ήταν ακόμα βρέφος η οικογένεια μετακόμισε στη Σεβίλλη για να βρει δουλειά.
Στα 12 του άρχισε να φοιτά στο Universidad Literaria de Sevilla, όπου έδειξε ταλέντο και ως συγγραφέας.
Εκεί πήρε και τα πρώτα μαθήματα τέχνης και αποφάσισε να γίνει καλλιτέχνης. Από τις πρώτες του επιρροές ήταν ο Rafael και οι βρετανοί τοπιογράφοι.
Το 1862 μετακόμισε στην Κόρντομπα, όπου έγινε διευθυντής της εκεί πινακοθήκης.
Τα επόμενα 8 χρόνια ίδρυσε σχολή μουσικής και σχολή καλών τεχνών, αλλά και οργάνωσε Αρχαιολογικό και Εθνολογικό Μουσείο, στο οποίο ήταν διευθυντής.
Παράλληλα εξακολουθούσε να γράφει σε τοπικά έντυπα.
Εκτός όλων αυτών ήταν γραμματέας του συνδικάτου εργατών της πόλης.
Τέλος υπήρξε δραστήριος συντηρητής έργων τέχνης, δουλεύοντας στο σχετικό εργαστήριο του μουσείου.
Στην απασχόληση αυτή οδηγήθηκε λόγω της αγάπης του για την αρχαιολογία. Έριξε μάλιστα ιδιαίτερο βάρος στη συντήρηση έργων και αντικειμένων της αραβικής και εβραϊκής κουλτούρας της περιοχής, που μέχρι τότε αγνοούνταν ή βανδαλίζονταν.
Στη ζωγραφική του υπήρξε ρεαλιστής και ζωγράφισε τοπία, νεκρές φύσεις, θρησκευτικά έργα και πορτρέτα.
Τα ύστερα έργα του ανήκουν στο ισπανικό ύφος του 19ου αιώνα που λέγεται Costumbrismo, απαντάται και στη λογοτεχνία και έχει ως θέμα την καθημερινή ζωή και τα ήθη και έθιμα της περιοχής.
Ταυτόχρονα διαθέτει και μια ρομαντική πλευρά και ενίοτε είναι και σατιρικό.
Οι επιρροές του την εποχή αυτή έρχονται από τον Murillo.
Ο γιος του έγινε επίσης ζωγράφος.
Πορτρέτο του γιου του