Γάλλος καλλιτέχνης, από τους επιδραστικότερους για τη σύγχρονη τέχνη.
Από τα 6 αδέλφια της οικογένειας οι 4 υπήρξαν καλλιτέχνες.
Το 1904 πήγε στο Παρίσι, όπου ήρθε σε επαφή με τον μεταϊμπρεσιονισμό και τα μοντέρνα κινήματα. Αλλάζοντας διαρκώς ύφος μέσα σε λίγα χρόνια, ζωγράφισε φωβιστικά έργα και μετά το 1911 επηρεάστηκε από τον κυβισμό.
Ήταν φίλος με τον Apollinaire και τον ζωγράφο Picabia.
Όταν ένιωσαν με τον τελευταίο ότι βαριούνται τον κυβισμό προσπάθησαν να απεικονίσουν την κίνηση, επηρεασμένοι από τους φουτουριστές. Το 1911 κάνει το περίφημο «Γυμνό που κατεβαίνει τις σκάλες» (το πρώτο έργο της ανάρτησης), που προκάλεσε σκάνδαλο και αρνήθηκαν να το δεχτούν στο Σαλόνι των Ανεξαρτήτων.
Το «Γυμνό» αντίθετα γνωρίζει επιτυχία τον επόμενο χρόνο όταν εκτίθεται στη Νέα Υόρκη – παρά το ότι επίσης σκανδάλισε πολλούς. Μετά από λίγους ακόμα πίνακες σταματά το 1913 να ζωγραφίζει, ενώ κάνει σχέδια για το «Μεγάλο Γυαλί».
Το 1915 μετακομίζει στη Νέα Υόρκη, όπου ξαναβρίσκει τον Picabia και γνωρίζει τον Man Ray. Οργανώνουν τη νεοϋορκέζικη ντανταϊστική ομάδα και αρχίζει να δημιουργεί τα περιβόητα ready-made του (τη Ρόδα Ποδηλάτου, τη διαβόητη «Κρήνη»- ένας ουρητήρας τοποθετημένος ανάποδα, κλπ.), ενώ προσθέτει μουστάκι στη Τζοκόντα.
Συνεχίζει με «κινητικά γλυπτά» και άλλα έργα και τελικά εγκαταλείπει την τέχνη (περιορίζεται να περιγράφει γραπτά διάφορα έργα δίχως να τα κατασκευάζει).
Πέρασε τον περισσότερο χρόνο της υπόλοιπης ζωής του παίζοντας σκάκι.
Ίσως ο πλέον ανατρεπτικός καλλιτέχνης όλων των εποχών, αντιμετώπισε με ειρωνεία τον χώρο της τέχνης, αμφισβήτησε κάθε νόημά της και ανέτρεψε κάθε μέχρι τότε δεδομένο. Μεταξύ πολλών άλλων επινόησε τα ready made και είναι ο πρόδρομος της εννοιολογική τέχνης που κυριάρχησε δεκαετίες μετά.