Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα HARRIS LAWREN (1885-1970). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα HARRIS LAWREN (1885-1970). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

LAWREN HARRIS (1885-1970)


 

Καναδός ζωγράφος γεννημένος στο Ontario

 


Η οικογένειά του ήταν πλούσια και έτσι εκείνος μπόρεσε δίχως οικονομικά άγχη να ασχοληθεί με την τέχνη. 

 


Μετά τον θάνατο του πατέρα του (1904) η οικογένεια μετακόμισε στο Τορόντο. 

 


Μεταξύ 1904-1908 σπούδασε τέχνη στο Βερολίνο, όπου ήρθε σε επαφή με τον ιμπρεσιονισμό και τις μοντέρνες τάσεις. 

 


Επέστρεψε το 1908, αφού ταξίδεψε στην Ευρώπη. Εκτός από την τέχνη έφερε μαζί του και το ενδιαφέρον του για τη Θεοσοφία και τις ανατολικές φιλοσοφίες. 

 


Μεταξύ 1910-18 ζωγράφισε το αστικό τοπίο του Τορόντο με πλούσια χρώματα και ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο φως. 

 



Με τον φίλο του ζωγράφο J.E.H. MacDonald ταξίδευαν στη χώρα σχεδιάζοντας και αντιλήφθηκαν ότι θα μπορούσαν να συλλάβουν τις ιδιαιτερότητες του καναδικού τοπίου.  

 


To 1914 χτίζεται με έξοδα δικά του και ενός προστάτη των τεχνών το Studio Building, ένα κτίριο με μη κερδοσκοπικούς σκοπούς, που ήταν τόπος συνάντησης και στέγαζε με ελάχιστο ενοίκιο καλλιτέχνες και εργαστήρια. 

 


Το 1918-19 χρηματοδοτεί ταξίδια με τρένο για ζωγράφους σε μακρινές περιοχές της χώρας. 

 


Στα συνεχή ταξίδια του κάνει σχέδια από το τοπίο και τα μεταφέρει σε πίνακες όταν επιστρέφει. 

 


Το 1920 είναι από τους ιδρυτές του Group of Seven, μιας ομάδας από τοπιογράφους, που παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της τέχνης της χώρας. 

 


Από το 1921 και για 7 χρόνια ταξιδεύει τακτικά στο βόρειο Καναδά, στην αχανή λίμνη Superior, αποτυπώνοντας – αντίθετα με την παλιότερη δουλειά του - με στιλιζαρισμένο και αυστηρό ύφος το μεγαλειώδες τοπίο, προσδίδοντάς του πνευματικότητα. 

 



Αφού έχει εξερευνήσει απ’ άκρη σ’ άκρη τη χώρα θα φτάσει το 1930 στη Γροιλανδία ταξιδεύοντας για 2 μήνες με παγοθραυστικό ζωγραφίζοντας και το Αρκτικό τοπίο. Ήταν η τελευταία μεγάλη του «εξερεύνηση».

 

 

Κατοίκησε σε διάφορες πόλεις ώσπου το 1940 κατέληξε στο Βανκούβερ. 

 

Από το 1936 στρέφεται στην αφηρημένη ζωγραφική, προσπαθώντας να εκφράσει τις μεταφυσικές του ανησυχίες. 

 

 

Γράφει θεωρητικά κείμενα γι’ αυτή και στα 50ς πειραματίζεται με τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό. 

 


Τόσο λόγω της ζωής του όσο και λόγω του έργου του, αποτελεί μυθική φιγούρα για την καναδέζικη τέχνη. 

 


 

Ένα από τα λίγα πορτρέτα του

 


 


 

JEROME WITKIN (1939-

  Αμερικανός ζωγράφος από τη Νέα Υόρκη, δίδυμος αδελφός του γνωστού φωτογράφου Peter Witkin .    Θεωρήθηκε παιδί – θαύμα και έγινε δεκτός σ...