Τετάρτη 10 Ιουλίου 2024

WILLIE BESTER (1956-


 

Νοτιοαφρικανός ζωγράφος, γλύπτης και δημιουργός κολλάζ. 

 


Γεννήθηκε σε μικρή πόλη και από νωρίς βίωσε το apartheid

 


Ο πατέρας του ήταν μαύρος και η μητέρα του «coloured” (έτσι χαρακτηρίζονταν άτομα μικτής καταγωγής). 

 


Καταχωρήθηκε κι αυτός ως «colouredκαι βίωσε τις συνέπειες του apartheid

 


Επειδή οι γονείς του κατηγορούνταν για «μεικτή» σχέση και οι μαύροι δεν γίνονταν δεκτοί στις «coloured” γειτονιές, δεν μπορούσαν να ζήσουν μαζί ως οικογένεια και συχνά έμεναν στο πίσω μέρος σπιτιών γνωστών τους. 

 


Είχε γίνει επανειλημμένα μάρτυρας παρενοχλήσεων του πατέρα του από την αστυνομία. 

 


Από παιδί έδειξε την κλίση του προς την τέχνη. Έφτιαχνε ζώα και αυτοκινητάκια από σύρμα και τα πουλούσε. Είχε μάλιστα κερδίσει σε έναν σχολικό διαγωνισμό. 

 


Ήταν όμως αδύνατο να σπουδάσει. Όπως πολλοί νέοι στην κατάστασή του, κατατάχτηκε για ένα χρόνο στο στρατό και πέρασε άλλον ένα σε στρατιωτικό καταυλισμό για άνεργους νεαρούς μαύρους. Αργότερα έγινε βοηθός οδοντίατρου. 

 

 

Στα 80ς οι εξεγέρσεις των μαύρων, όπως αυτή του Soweto, τον ενέπνευσαν να επιστρέψει στην τέχνη και στα 30 του να παρακολουθήσει μαθήματα σε κοινοτικό πρόγραμμα (CAP) στο Κέιπ Τάουν. 

 


Έμεινε στο CAP για 4 χρόνια, γνώρισε ανθρώπους που αντιστέκονταν στο σύστημα και έκανε τα πρώτα του σχετικά έργα. 

 


Αργότερα πειραματίστηκε με τη φωτογραφία και τον χώρο. 

 


Έγινε γνωστός για τις κατασκευές του, στις οποίες χρησιμοποιεί πολλά διαφορετικά υλικά (και σκουπίδια) δημιουργώντας ένα συνδυασμό κολλάζ και ζωγραφικής. 

 


Τα έργα του βασίζονται σε προσωπικές μνήμες από τα χρόνια του apartheid, απεικονίζουν ανθρώπους που αντιστάθηκαν σ’ αυτό ή πράξεις του ρατσιστικού, ακροδεξιού National Party

 


Θεωρήθηκε από τους βασικούς καλλιτέχνες που εναντιώθηκε στις φυλετικές διακρίσεις. 

 


Μετά το apartheid συνέχισε να παράγει έργα και να αγωνίζεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα. 

 


Ζει σε μικρή πόλη κοντά στο Κέιπ Τάουν.

 


 




OTHON FRIESZ (1879-1949)


 

Γάλλος ζωγράφος γεννημένος στη Χάβρη και ένας από τους γνωστούς φωβ στην πρώτη φάση της καριέρας του

 


Γεννήθηκε σε οικογένεια που είχε μακρά παράδοση από καπετάνιους και εργαζόμενους σε ναυπηγεία. 

 


Όταν πήγαινε στο λύκειο γνώρισε τον Raoul Dufy, με τον οποίο παρέμεινα φίλοι σε όλη τους τη ζωή. 

 


Σπούδασαν τέχνη μαζί στην Καλών Τεχνών της Χάβρης (1895-96) και συνέχισαν τις σπουδές στο Παρίσι. 

 


Εκεί γνώρισε τους Matisse, Rouault και Marquet. Επαναστάτησαν ενάντια στη συντηρητική διδασκαλία της τέχνης και έκαναν την ομάδα των φωβ. 

 


Ο Friesz εξέθεσε μαζί τους το 1907. 

 


Το 1908 επέστρεψε στη Νορμανδία και, αλλάζοντας ύφος, στράφηκε σε μια πιο παραδοσιακή ζωγραφική. 

 


Άνοιξε εργαστήριο και δίδασκε το 1912, αλλά το 1914 επιστρατεύτηκε και πολέμησε.

 


Το 1919 επέστρεψε στο Παρίσι όπου έζησε ως τον θάνατό του. 

 


Ενώ η φωβ περίοδός του χαρακτηρίζεται από το πλούσιο χρώμα και το «συστρεφόμενο» σχέδιο, στα τελευταία 30 χρόνια του χρησιμοποίησε μια πολύ πιο γαιώδη και λιγότερο πολύχρωμη παλέτα, αντλώντας έμπνευση από τους παλιούς δασκάλους (Poussin, Chardin και Corot), αλλά και με σεβασμό στα διδάγματα του Cezanne

 


Φιλοτέχνησε τοπία, νεκρές φύσεις και πολυάνθρωπες συνθέσεις, που συχνά παραπέμπουν στις Λουόμενες του Cezanne

 


 







Αυτοπροσωπογραφία

Τρίτη 9 Ιουλίου 2024

SYDNEY LONG (1871-1955)


 

 Αυστραλός ζωγράφος γεννημένος στην περιοχή της New South Wales, όπου σπούδασε τέχνη από το 1890. 

 


Αρχικά επηρεάστηκε από την αυστραλιανή ομάδα ιμπρεσιονιστών γνωστή με το όνομα  Heidelberg School. 

 


Ένας ιμπρεσιονιστικός πίνακάς του μάλιστα (By Tranquil Waters) είχε προκαλέσει μικρό σκάνδαλο λόγω το 1894 λόγω του ερωτισμού που απέπνεε, αν και τελικά αγοράστηκε από την Art Gallery του Sidney

 

By Tranquil Waters

Το έργο τράβηξε την προσοχή του John Ashton, ιδρυτή πολύ γνωστής σχολής τέχνης στο Sidney και το 1907 έγινε το νο 2 της σχολής μετά τον ίδιο τον Ashton

 


Το 1910 πήγε στο Λονδίνο όπου διδάχτηκε χαρακτική πήγε στην Αυστραλία το 1921, βοήθησε στην ίδρυση της Australian Painters, Etchers and Engravers Society και επέστρεψε στο Λονδίνο, όπου έμεινε ως το 1925. 

 


Κέρδισε δύο φορές (1938 και 1940) το Wynne Prize για καλύτερο τοπίο. 

 


Ήταν δάσκαλος τέχνης και πρόεδρος της παραπάνω Society για πολλά χρόνια. 

 


Πέθανε στο Λονδίνο, όπου είχε ξαναπάει από 1952. 

 


Μετά το 1895 απομακρύνθηκε από τον ιμπρεσιονισμό της Heidelberg School και αρχικά κινήθηκε σε ένα ύφος ανάμεσα στο ρεαλισμό του τοπίου της σχολής της Barbizon και των βικτωριανών εσωτερικών σκηνών καθημερινότητας. 

 


Προσπαθώντας συγχρόνως να συλλάβει το «πνεύμα του τόπου», έφτασε σε ένα είδος αυστραλιανού παγανισμού που συνυπήρξε και με το λογοτεχνικό αντίστοιχό του. 

 

 


 


Έτσι δημιούργησε ένα είδος ποιητικού συμβολισμού με μυθολογικά στοιχεία και ύφος επηρεασμένο από την art nouveau, προσδίδοντας έτσι μια προσωπική προσέγγιση στο αυστραλιανό τοπίο. 

 


Ήθελε να μεταφέρει το κλίμα της ελληνικής μυθολογίας στις αχανείς εκτάσεις της χώρας του. 

 


Τα σχετικά έργα, που έγιναν μετά το 1897, υπήρξαν πολύ δημοφιλή και του παρείχαν την οικονομική δυνατότητα να πάει στο Λονδίνο το 1910. 

 

 

Το μετέπειτα έργο του διατήρησε λίγα μόνο στοιχεία από την περίοδο αυτή.  

 


 





HANS EMMENEGGER (1866-1940)

  Ελβετός ζωγράφος γεννημένος στη Λουκέρνη, όπου σπούδασε τέχνη (1883-84).    Στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι και συνέχισε τις σπουδές του στην...